Κυριακή 6 Μαΐου 2012

ΛΗΜΜΑΤΑ.

Του Βασίλη Παπαβασιλείου

Απολογισμός. Ακολουθώντας την προτροπή των ορθοφρονούντων, συνετών ταγών της ελληνικής χρεοκοπίας, ας μην τα μηδενίζουμε όλα, μολονότι υπάρχει και μια άλλη παραλλαγή του μηδενισμού, ο λεγόμενος θεραπευτικός, που βρήκε τους πιο σοβαρούς εκφραστές του στο μέγα εργαστήριο της Βιέννης του λυκόφωτος, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Ας παραδεχτούμε, λοιπόν, ότι, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ακούστηκαν και ενδιαφέροντα πράγματα. Μόνο που, ως επί το πλείστον, προέρχονταν από λάθος στόματα. Η ειρωνική διαλεκτική της ιστορίας και της ζωής θέλει να ακυρώνεται σε κάποιες εποχές το σωστό από τη στιγμή που μαθαίνεις ότι το ξεστόμισε το τάδε πρόσωπο. Είναι αυτές οι καμπές όπου η απαξία ενός δημόσιου προσώπου υπερισχύει της όποιας αξίας του λόγου του.
Βλακεία. Εμφανίζεται πάντα ως υπόθεση των άλλων και ουδέποτε αυτού που τους εγκαλεί για βλακεία. Κι όμως, ο βαθμός διάχυσης του φαινομένου δεν επιτρέπει σε κανέναν να νομίζει πως μπορεί να αυτοεξαιρείται από την ακτίνα δράσης του. «Τίποτα δεν γεννά τόσο πολύ το αίσθημα του απείρου όσο η ανθρώπινη βλακεία», έλεγε ο σοφός. Και εννοούσε προφανώς, πάνω απ' όλα, τη βλακεία που κουβαλούσε αυτός ο ίδιος. Ενώ ο απλός (και μέγας) φιλόσοφος υπερθεμάτιζε: «Να κατεβαίνεις πάντα από τα στείρα ύψη της εξυπνάδας, κάτω στις πράσινες κοιλάδες της βλακείας».
Ελλάδα. Λίκνο του παγκόσμιου πολιτισμού, φωτοδότης της ανθρωπότητας που κατέληξε στις μέρες μας μπαμπούλας για τις «ενάρετες» χώρες της Δύσης. «Εμείς δεν θα γίνουμε Ελλάδα», διακηρύσσουν (κάποιοι) Αγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί και δεν συμμαζεύεται. «Ελλάδα να πεις τη μάνα σου!», ξεσπούν Ισπανοί, Φινλανδοί και Αμερικανοί. Κι εσύ αναρωτιέσαι: Τι έφταιξε κι έγινε το λίκνο φόβητρο κι ο φωτοδότης αποδιοπομπαίος τράγος; Ο πειρασμός είναι μεγάλος να αναφωνήσεις εις απάντησιν: «Να' ταν η ζήλεια ψώρα!».
Λαός. Ισχύει και γι' αυτόν ό,τι και για τη βλακεία. Κοντολογίς, λαός δεν είναι ποτέ αυτός που ζητά από τον λαό να αρθεί στο ύψος των ευθυνών του. Ο λαός δεν καταλαβαίνει ποτέ ποιο είναι το συμφέρον του όπως το καταλαβαίνει αυτός που τον επικαλείται, του κουνά το δάχτυλο ή τον καλοπιάνει. Λαός είναι αυτός που ή περισσεύει ή υπολείπεται. «Πάντα λείπει ο λαός», έλεγε ο Πάουλ Κλέε. «Δεν είμαστε λαός, κύριε, δεν είμαστε λαός!» είναι η πολύ διαδεδομένη διαπίστωση που κυκλοφορεί στα καφενεία. Επειτα το άλλο: έρχεται στην εξουσία και δεν το αντιλαμβάνεται, του λες ποιο είναι το καλό του κι αυτός πέρα βρέχει. Ανοικονόμητο πράγμα τελικά αυτός ο λαός που καλείται αύριο στις κάλπες να ψηφίσει.
Νοικοκυραίοι. Εκαναν και πάλι την εμφάνισή τους ως υπέρτατοι ενσαρκωτές μιας πτυχής του νεοελληνικού ιδεώδους. Καιρός ήταν. Στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης είχαν παραπλανηθεί σε μεγάλο βαθμό, ενέδωσαν εν πολλοίς στο καταναλωτικό πρόταγμα, αποδέχτηκαν τη φενάκη ενός πτυχιολαγνικού εκπαιδευτικού συστήματος με κέντρο τον θεσμό - εφεύρημα που λέγεται φροντιστήριο και με επίκεντρο τις «αντικειμενικές και αδιάβλητες» πανελλαδικές εξετάσεις, επλήγησαν από τη λαίλαπα της κρίσης, τώρα, όμως, είναι έτοιμοι να σηκώσουν ξανά κεφάλι (πώς άραγε;), να ψηφίσουν σύμφωνα με τις αρχές και τα στερεότυπά τους που έγιναν παρανάλωμα του πυρός, να βγάλουν και πάλι φτερά και να πετάξουν προς το μέλλον σύροντας ξοπίσω τους μια ολόκληρη χώρα που αποδείχτηκε συνολικώς ανοικοκύρευτη ενώ διέθετε ανέκαθεν τόσους νοικοκυραίους. Γένοιτο!
Ξόδεμα. Σταθερή αξία του νεοελληνικού κόσμου. Σάμπως να ζητείται διαρκώς εδώ μία διαφυγή από την υποτιθέμενη κανονικότητα της ζωής. Σάμπως να είμαστε εξ ορισμού θύματα του φαντάσματος της κανονικότητας. Σάμπως να μην την πιστεύουμε ή να μας τρομάζει. Ετσι, τα μεν ηγεμονεύοντα παράσιτα έχουν λεφτά αλλά φοβούνται τον σεισμογενή χαρακτήρα του εθνικοκοινωνικού πλαισίου κι έτσι τα μεταφέρουν έξω απ' αυτό και τα παρκάρουν στην αλλοδαπή. Στο άλλο άκρο της κλίμακας, όσοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, όσοι ζουν «εν ιδρώτι του προσώπου τους» αντιμετωπίζουν την προοπτική της μετανάστευσης σαν αναγκαστική λύση. Ο τόπος διώχνει τα λεφτά των μεν και το σαρκίο των δε. Και δεν είναι η πρώτη φορά.
Όλα. Περνούν. Το λέει η λαϊκή σοφία. Το επαναλαμβάνει ο τίτλος του μυθιστορήματος του Βασίλι Γκρόσμαν, συγγραφέα της συνταρακτικής σύνθεσης «Ζωή και πεπρωμένο». Ετσι, λοιπόν, «κι αυτό θα περάσει.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου