Του Θανάση Κυριαζή
Η κρίση της οικονομίας που βιώνουμε, δεν είναι μόνον υλικής φύσεως. Είναι πρωτίστως πνευματικής. Σημαίνει και συνεπάγεται απουσία νοηματοδοτήσεως της ζωής μας και συνακόλουθα αδυναμία να προσδιορίσουμε λέξεις που κι αυτές φαίνεται να έχουν χάσει το πραγματικό τους νόημα. Αν δεχτούμε, ότι «Το αδιόριστον των λέξεων γεννά το ακατάστατον των ιδεών και τούτο πάλιν το ακατάστατον των πράξεων», όπως υποστηρίζει ο Κοραής, είναι καιρός να δούμε τι σημαίνει η λέξη εκπαίδευση και ποια είναι η σχέση της με την κοινωνία και πολιτική, προκειμένου να ξεκαθαρίσουμε τη «σύγχυση των ιδεών μας» και «τις αλλοπρόσαλλες ενέργειες» στις οποίες αυτή η σύγχυση μας οδηγεί, σύμφωνα με τον μεγάλο δάσκαλο του γένους.
Με τον όρο εκπαίδευση, στις μέρες μας έχουμε προσδιορίσει μια μηχανιστικού τύπου αναπαραγωγή γνώσεων, η οποία υποτίθεται ότι διασφαλίζει μια εξειδικευμένη μόρφωση, προκειμένου να εντάξει τον νέο στην παραγωγή. Αυτή η ασφυκτικά στενή νοηματοδότηση του όρου, αφήνει εκτός του εννοιολογικού του πεδίου βασικές και αποδεκτές από την αρχαιότητα πτυχές του, όπως είναι, κατά κύριο λόγο, η διαμόρφωση ηθικών αρχών και η συνακόλουθη καλλιέργεια κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης του ατόμου. Είναι λοιπόν, λειψός και στρεβλός ένας προσδιορισμός της εκπαίδευσης ξέχωρα από την έννοια της κοινωνίας και της πολιτικής, και εδώ ακριβώς βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό η πηγή της κακoδαιμονίας μας.
Μέσα στις ραγδαία μεταβαλλόμενες κοινωνικό-πολιτικές συνθήκες με γενικότερη κρίση αξιών και θεσμών, είναι προφανές ότι το περιεχόμενο και οι στόχοι της εκπαίδευσης είναι ανάγκη να επαναξιολογηθούν και να επανασυνδεθούν με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Το υποτιθέμενα «παραγωγικό» μοντέλο της εκπαίδευσης αποδείχτηκε αντιπαραγωγικό, αφενός με τη γιγάντωση των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αφετέρου με την μονοδιάστατη έμφαση στη χρησιμοθηρία, η οποία στέρησε από μαθητές και φοιτητές την ολόπλευρη και ηθική καλλιέργεια της προσωπικότητάς τους. Έτσι, το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα ούτε οικονομική – επαγγελματική διασφάλιση φαίνεται να παρέχει ούτε και ολοκληρωμένους πολίτες που να ενδιαφέρονται για τα κοινά αλλά και για το συνάνθρωπό τους διαμορφώνει. Το γεγονός αυτό επέτεινε, μαζί με άλλους παράγοντες, τον κοινωνικό κατακερματισμό, την αποσύνδεση του ατομικού συμφέροντος από το συλλογικό. Όσο και να μην είναι εξαρχής ορατό, αυτή η ηθική αλλοτρίωση είναι και αντιπαραγωγική, στο βαθμό που ανάμεσα στα παρεπόμενά της συγκαταλέγονται η αναξιοκρατία, οι παράνομες δοσοληψίες, η διασπάθιση δημοσίου χρήματος, η μη πληρωμή φόρων κ.ο.κ. Αυτή η αποθέωση του ατομισμού καλλιεργείται εδώ και χρόνια από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θεωρεί περιττό στο σύνολό του τον πολιτισμό και τον ανθρωπισμό και εκτιμά μόνο εκείνες τις γνώσεις που υποτίθεται ότι αποφέρουν ένα ατομικό, υλικό κέρδος. Συνακόλουθα, η σύγχρονη εκπαίδευση στο όνομα μιας στενής αντίληψης για τη σύνδεση της μάθησης με την εξειδίκευση και την παραγωγή, πέτυχε το εντελώς αντίθετο. Κατέστη αντι –οικονομική και ουσιαστικά αντι-κοινωνική και αντιδημοκρατική. Με μαθητές που ξεχνούν όσα μαθαίνουν στο σχολείο άμα τη εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο, με φοιτητές που αδυνατούν να εφαρμόσουν στην πράξη όσα έμαθαν, με στρατιές μορφωμένων αμόρφωτων χωρίς καινοτόμες ιδέες, χωρίς φαντασία, δημιουργικότητα και κρίση, η γενικότερη κοινωνική κρίση είναι αναπόφευκτη. Η έλλειψη κρίσης, λοιπόν, εννοούμενης ως ικανότητας του κρίνειν ορθώς και ως εκ τούτου, του πράττειν ορθώς οδηγεί στην άλλη κρίση του νοήματος των πάντων, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτικής και της οικονομίας.
Οι αρχαίοι είχαν μια λέξη που, όσο και να φανεί παράδοξο, ενείχε εν ταυτώ και οικονομικό και πολιτικό και ηθικό-πνευματικό περιεχόμενο: την ευβουλία, δηλ. την ικανότητα να παίρνει κανείς τις σωστές αποφάσεις προκειμένου να διοικεί σωστά το σπίτι του και να αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της πόλης θέτοντας το γενικό συμφέρον πάνω από το συλλογικό. Πίστευαν δε ότι αυτή η ικανότητα δεν ήταν δυνατόν να αποκτηθεί χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση. Ο ικανός στο καλό management, θα λέγαμε σήμερα, του οίκου και της πόλης του, αυτός δηλ. που θα μπορούσε να συμβάλει στην ευόδωση όχι μόνον της ατομικής του ευημερίας και ευμάρειας αλλά και στην ορθή διαχείριση των ζητημάτων άμεσης προτεραιότητας της πόλης, ο ενεργός πολίτης, μπορούσε και επιβαλλόταν να εκπαιδευτεί. Να αποκτήσει όλα τα παραπάνω με την κατάλληλη αγωγή. Με επιμέλεια, εξάσκηση και διδασκαλία, λέει ο Πρωταγόρας, μπορεί να γίνει κανείς ενάρετος πολίτης, δηλ. να αποκτήσει την πολιτική αρετή που ταυτίζεται με τη δικαιοσύνη και την αιδώ.
H εκπαίδευση είναι αναγκαίο να προετοιμάζει πολίτες που θα γνωρίζουν ακριβώς τη λειτουργία και την αποστολή που έχουν αναλάβει ή την απασχόληση που τους έχει ανατεθεί προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες συνθήκες ώστε και οι ίδιοι ατομικά αλλά και ως συλλογικό μόρφωμα, δηλ. ως «κοινωνία», να οδηγηθούν στο ευ ζην, στην αυτάρκεια και στην κάλυψη των αναγκών τους. Αν ο καθένας ήταν δίκαιος, που σημαίνει, αν «έπραττε αυτό που του αναλογεί», χωρίς να υπερβαίνει τα όρια του, τότε οι κοινωνίες θα ήταν ευτυχισμένες. Αναγκαίος όμως όρος για να πραγματοποιηθούν αυτές οι προοπτικές είναι να καλλιεργηθούν οι πολίτες πνευματικά και ηθικά. Η κοινωνική δικαιοσύνη, η ομόνοια και η συνοχή που διασφαλίζουν την καλή διοίκηση, την ενότητα και το υψηλό βιοτικό επίπεδο των κοινωνιών βασίζεται στην παιδεία του κάθε πολίτη που έχει κατανοήσει την οργανική του σχέση με το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου δραστηριοποιείται. Τι άλλο σημαίνει αυτό εκτός από το ότι η παιδεία εννοούμενη ως ηθικοπνευματική καλλιέργεια του ατόμου επηρεάζει τις αποφάσεις του συνόλου είτε ως αρχόντων είτε ως αρχομένων, προς το συμφέρον τους συνιστά δηλ. καθοριστικό παράγοντα της άσκησης ορθής «πολιτικής» από την οποία εξαρτάται η ευτυχία του εκάστοτε κοινωνικού συνόλου.
*Ο Θανάσης Κυριαζής είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, στο Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου