Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟ

Του Ανδρέα Ζαμπούκα
 
Τα ψέματα στη ζωή και στην ιστορία επιτρέπονται. Στον εαυτό μας λέμε πάντα την αλήθεια; Kάθε πρωί που ξυπνάμε και ξεκινά η μνήμη να εργάζεται φέρνει μπροστά μας μόνο αλήθειες; Όχι βέβαια. Κάτι θα σκαρφιστούμε να μας παρηγορήσει, κάτι να ξεχάσει η συνείδηση τα λάθη που κάναμε, κάποια παρηγοριά θα χρειαστούμε για να συνεχίσουμε. Και στην τέχνη το ίδιο κάνουμε. Πιάνουμε παραδόσεις, παραμύθια, σενάρια, θρύλους και φτιάχνουμε ταξίδια για να ξεφεύγουμε.
Άλλο όμως τα ψέματα της παρηγοριάς κι άλλο τα ψέματα της εξαπάτησης. Δεν είναι το ίδιο. Αν δηλαδή καταστρώνουμε συνεχώς σχέδια για να εξασφαλίσουμε την ύπαρξη μας, αν οργανώνουμε πλεκτάνες  για να μαζέψουμε «πελάτες», αλλάζοντας ή κρύβοντας γεγονότα, τότε είμαστε απατεώνες και άξιοι αποκάλυψης.
Οι εθνικές προπαγάνδες δεν είναι μοναδικό φαινόμενο στα Βαλκάνια (περιοχή με τα μεγαλύτερα προβλήματα). Όλοι έχουν πει ψέματα στους λαούς τους για να τους ενώσουν. «Μαγείρεψαν» λίγο την ιστορία τους, έφτιαξαν εθνική αγωγή στα σχολεία και γέμισαν την κοινωνία με μικρούς ή μεγάλους μύθους «σπουδαίων» προγόνων. Έτσι έχτισαν την κυρίαρχη εθνική ιδεολογία με σκοπό να καλλιεργήσουν και την αντίστοιχη εθνική συνείδηση. Άλλοι ελάχιστα όπως για παράδειγμα οι Ελβετοί κι άλλοι, ξεπερνώντας τα όρια, όπως εμείς.
Γύρω από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους –που παρεμπιπτόντως  λίγοι γνωρίζουν πότε έγινε -  υπάρχουν τέσσερις σημαντικές ημερομηνίες: H 25η Μαρτίου 1821 (όριο έναρξης της επανάστασης), η 20η Οκτωβρίου 1827(Ναυμαχία Ναυαρίνου), η 3η Φεβρουαρίου 1830 (υπογραφή πρωτοκόλλου ανεξαρτησίας 1830) και ο Μάιος 1832 (ανακήρυξη  του Βασιλείου της Ελλάδας με επιλογή του Όθωνα ως του πρώτου Μονάρχη). Η πιο καθοριστική όμως  από αυτές, είναι η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου ο συμμαχικός στόλος βυθίζει τον τουρκοαιγυπτιακό και ξεκαθαρίζει πλέον ότι η Ελλάδα θα γίνει αυτόνομο κράτος και θα αποσυνδεθεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι τρεις είναι γεγονότα και αρχειοθετημένες πράξεις στα επίσημα αρχεία κρατών και η μόνο η πρώτη είναι θρύλος, παράδοση, σχεδόν εικασία και για πολλούς, ένας κατασκευασμένος μύθος. Από τις τέσσερις λοιπόν, εμείς επιλέξαμε την πρώτη για να γιορτάζουμε την απαρχή του νεοελληνικού κράτους. Αγνοήσαμε υπογραφές, συναντήσεις, αποφάσεις και προπάντων, το πιο καθοριστικής σημασίας  γεγονός, το Ναυαρίνο! Γιατί; Ίσως γιατί η 25η Μαρτίου συμπίπτει με θρησκευτική γιορτή και θα κάλυπτε τις ενοχές της Εκκλησίας. Ίσως γιατί το εσωτερικό κατεστημένο ήθελε να μονοπωλήσει τους επαίνους και να ξεχαστούν οι τρεις εμφύλιοι που ακολούθησαν την αποτυχία της επανάστασης.
Όπως και να ΄χει, χωρίς το Ναυαρίνο, η έκβαση της ιστορίας θα ήταν διαφορετική. Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είχαμε καν τη δυνατότητα να γιορτάζουμε εθνικές επετείους και με τις πολιτισμικές εξελίξεις που ακολούθησαν τον 20ο αιώνα, μάλλον θα είχαμε ξεχάσει και την «ρωμέικη» ταυτότητα που είχε διατηρηθεί μετά το Βυζάντιο.
Αν είχαμε λοιπόν εθνική γιορτή την 20η Οκτωβρίου 1827, θα λειτουργούσε με άλλο τρόπο και η εθνική μας διαπαιδαγώγηση. Θα διδασκόμασταν στο σχολείο διαφορετικά πράγματα. Για τη σημασία της διπλωματίας (ο ναύαρχος Κόδριγκτον πήρε την ευθύνη της απόφασης για επίθεση, μετά από συνεννόηση με τον Καποδίστρια), για το ότι ποτέ ο πιο δυνατός δεν σου χαρίζει τίποτα, αν δεν έχει έλλογο και έννομο συμφέρον και ότι η Ευρώπη είναι ο ζωτικός μας χώρος για τη διαιώνιση του ελληνικού μας πολιτισμού. Θα μαθαίναμε επίσης ότι η Εκκλησία έζησε την Επανάσταση μέσα στις αντιφάσεις της, ότι οι μεγάλες οικογένειες των οπλαρχηγών, που έβριζαν και τότε τους Ευρωπαίους ήταν τελικά εκείνοι που  έκλειναν συμφωνίες μαζί τους. Ίσως, λέω ίσως, αν γιορτάζαμε το Ναυαρίνο ως εθνική επέτειο, είμαστε περισσότερο ορθολογιστές και ξεπερνούσαμε τα εθνικά μας συμπλέγματα.
Ποιος ξέρει, ίσως είχαμε κι έναν Πρόεδρο Δημοκρατίας που δεν θα έκανε δηλώσεις για ξεσηκωμό εναντίον των «δανειστών» που καταδυναστεύουν τον «πολύπαθο» και συγχρόνως «ανεύθυνο» ηρωικό ελληνικό λαό. Γιατί από ό,τι ο χρόνος  έδειξε, ψέμα στο ψέμα και παραμύθι στο παραμύθι, φτάσαμε για άλλη μία φορά, στον εξευτελισμό και στα όρια της καταστροφής. Και δυστυχώς, όπως και τότε, μόνο για εξωτερικούς «σωτήρες» μιλάμε που θα μας σώσουν ή θα μας απαλλάξουν από τα βάρη που οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Την επόμενη φορά, ας επιλέξουμε τουλάχιστον μια αληθινή ημερομηνία να χτίσουμε τους μύθους μας. Ίσως αποδειχθεί  λιγότερο αναξιοπρεπές και επώδυνο και για την ίδια την ιστορία.
 

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ΕΔΩ Ο ΚΑΛΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ.ΠΑΡΤΕ ΚΟΣΜΕ...

Του Τάσου Φούντογλου

Αφήστε τους νεκρούς στην ησυχία τους
Συλλυπητήρια. Στις οικογένειες των νεκρών. Στις δικές μας οικογένειες των ζωντανών νεκρών. Στην κοινωνία που καρκινοβατεί. Στην πολιτική μας τάξη που και καλά μας διοικεί.
Συλλυπητήρια σε όλους μας. Για τη χώρα που φτιάξαμε όλα αυτά τα χρόνια. Για τη χώρα που προσπαθούμε πανικόβλητοι να αλλάξουμε «εκ βάθρων» και κάπου στην πορεία αντιλαμβανόμαστε το «εκ βόθρων» και εναποθέτουμε, για μια ακόμα φορά, τις ελπίδες μας στο μάννα εξ ουρανού του αυριανού Αντρέα. Για το λειψό ανάστημα αυτών που προπορεύονται, για την εμμονική επιβράβευση και προβολή αυτών που μονίμως έπονται, αλλά και για την κακομοιριά των θλιβερών τριτοκλασάτων. Αυτών που παίρνουν δυο θανάτους και τους μετατρέπουν σε επιχείρημα του αντιμνημονίου.
Βάζουν στο ζύγι του «αϊκιού τους ραδικιού τους» δυο ζωές από την μία και μια σύμβαση γεμάτη αριθμούς και λέξεις απ’ την άλλη. Βαραίνει το ζύγι προς την πλευρά του δράματος. Αυτονόητο. Αυταπόδεικτο. Επόμενο. Ολοφάνερο.
Τι περιμένεις ανόητε; Να αναμετρηθεί ο θάνατος, η απώλεια, το δράμα του γονιού, το ψυχορράγημα της μάνας που χάνει το παιδί της με ένα τσούρμο αριθμούς και χρονοδιαγράμματα και να ανακηρυχθεί νικητής το «τρείς το λάδι τρείς το ξύδι έξι το λαδόξυδο»;
Μα, θα μου πεις, το Μνημόνιο οδήγησε στους θανάτους αυτούς. Ναι ανόητε.
Αν αυτή είναι η άποψή σου έλα στο δημόσιο διάλογο για  να την υπερασπιστείς. Αλλά στο διάλογο δεν θα προσέλθεις με τους θανάτους παραμάσχαλα και τις αυτοκτονίες, πρώτη μούρη. Δεν θα έρθεις κορδωμένος για το ακαταμάχητο που κουβαλάς και ούτε θα περιφέρεις δεξιά και αριστερά τον πόνο και τη θλίψη της χαροκαμένης μάνας και του εξαγριωμένου πατέρα για να μαζεύεις Like, να χτίζεις την καριέρα σου πάνω στα σιγουράκια του αντιμνημονίου και να βάζεις υποθήκες για το κομματικό σου μέλλον.
Στο διάλογο θα έρθεις με εναλλακτικές λύσεις, με προτάσεις για το γαμημένο τι μέλλει γενέσθαι, με την καταγγελία μιας αντικοινωνικής συμπεριφοράς που βλέπεις τόσα χρόνια να μαγαρίζει τη δημόσια ζωή σου, με κάτι τέλοσπάντων που θα συμβάλλει στην αναμόρφωση του κωλοχανείου, που έφτιαξαν οι προηγούμενοι και συντηρούν με θρησκευτική ευλάβεια οι επόμενοι.
Αυτοί, διάολε, που ψήφισε η ελληνική κοινωνία στις τελευταίες εκλογές. Τον Ταμήλο, την Κουντουρά, τον Μελά, την Κωνσταντοπούλου, τη Ραχήλ, τον Κασιδιάρη.
Τι δεν καταλαβαίνεις επιτέλους;
Πόσες φορές πρέπει να στο πουν πως η κοινωνία που υπερασπίζεσαι και ο λαός που επικαλείσαι ψήφισε αυτούς για να τον βγάλουν από την κρίση; Για αυτά πες μου, ανόητε, και άσε τους θανάτους κατά μέρος.
Καταντήσαμε και τον δημόσιο διάλογο τριτοκοσμικό. Καρικατούρα  της σκέψης των νηπίων. Αφήσαμε στην άκρη τα επιχειρήματα, τις ιδέες, τα οράματα, τους ρεαλισμούς των λύσεων και πιάσαμε τον άνεργο, τον εξαθλιωμένο, τον επαίτη, τον άστεγο. Τους φορέσαμε τα κυριακάτικα τα ρούχα, τα καλά, τους σουλουπώσαμε λιγάκι για να χωράνε οι δόλιοι στην καθωσπρέπει άποψη και το καθιερωμένο κείμενο της εβδομάδας και τους πετάξαμε στη ρωμαϊκή αρένα με το πλήθος να κραυγάζει και τους αντίχειρες να ανεβοκατεβαίνουν. Τους ανεβάζουμε κάθε τόσο πάνω στο παλκοσένικο της δημόσιας αντιπαράθεσης και τους δείχνουμε στο πλήθος από κάτω, με τα μπουκωμένα στόματα από πατατάκια και ποπκορν.
Περάστε από εδώ κύριε. Εγώ εμπορεύομαι τους άνεργους, τους άστεγους και τους αυτοκτονούντες.
Όχι κύριε. Από εδώ, από εδώ έλα. Εμένα με εμπιστεύονται οι κάγκουρες, που σταμάτησαν να τρέχουν στις εθνικές οδούς και να ξεκληρίζουν κάθε χρόνο ένα ολόκληρο χωριό. Ακρίβυνε η βενζίνη ελέω κρίσης, σταμάτησαν και οι τραπεζικοί κρουνοί να δίνουν φράγκα για αυτοκίνητα ακριβά και, όπως και να το κάνεις, μειώθηκαν και τα αυτοκινητικά δυστυχήματα. Εκπροσωπώ, επίσης, και όσους αυτοκτόνησαν το 2004. Τετρακόσιοι στον αριθμό.
Αλλά τότε ποιός ασχολήθηκε μαζί τους; Ποιος πήρε ένα γαμημένο πληκτρολόγιο να γράψει δυο λέξεις; Τότε οι προοπτικές για την τσέπη μας φάνταζαν ευοίωνες, το πανεπιστημιακό πτυχίο προμήνυε λαμπερές καριέρες στο Δημόσιο και ο Χαριστέας κάρφωνε τις κεφαλιές του στα δίχτυα των Άγγλων, Γάλλων, Πορτογάλων.
Πού καιρός να ασχοληθείς με απελπισμένους κουρελιάρηδες;
Πάρε κόσμε. Εδώ ο καλός ο θάνατος. Έχω πράμα που σαλεύει. Άλλος με τη βάρκα μας. Ελα μωρή Μανταλένα. Δώσε και άλλο. Μπορείς….
Κανείς, όμως, δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για αυτούς. Κανείς δεν δίνει τσακιστή δεκάρα για την αφετηρία τους, την πορεία τους σε τούτη τη ζωή, τις λάθος επιλογές που ίσως τους οδήγησαν εκεί. Κανείς δεν σκύβει από πάνω τους με πραγματικό ενδιαφέρον για να δει τις απαραίτητες λεπτομέρειες.
Εκεί που, κατά τους αγγλοσάξονες, κρύβεται ο Διάολος και μερικές φορές η ενοχλητική αλήθεια. Μέσα είναι και αυτοί για τον μακιαβελικό σκοπό. Να καρπωθούμε αναγνώριση, Like, ψηφαλάκια, ακροαματικότητα και κανα συμβόλαιο παραπάνω.
Ο Τράγκας τα κατάφερε. Έρχεται και η σειρά σου οσονούπω.
Ψάχνετε εναγωνίως νεκρούς, αυτοκτονίες, σχοινιά να κρέμονται από ψηλά δοκάρια, μαγκάλια γεμάτα μονοξείδιο, απελπισμένους δανειολήπτες. Τους τσουβαλιάζετε και τους προσφέρετε ως αντιμνημονιακό έδεσμα σε ένα πλήθος εξαγριωμένο από τις περικοπές που διψάει για αίμα.
Ανίκανοι να προτείνετε το οτιδήποτε.
Να διατυπώσετε έστω και μια πρόταση εξόδου από την κρίση πέραν της κατάφωρης μαλακίας πως για όλα φταίει το Μνημόνιο και πως, μόλις το κάνουμε χίλια δυο κομμάτια, θα ξαναβρούμε τους προμνημονιακούς ρυθμούς μας.
Βάλατε μπροστά σας τον Κλύνν, τον Λάκη και τον Τράγκα και κάνετε καθημερινά γιουρούσια στην όποια λογική έχει απομείνει σε αυτή τη χώρα. Τους παραπάνω τους είχαμε κάποτε για να γελάμε. Παλιάτσοι, θεατρίνοι, γελωτοποιοί, τέτοιοι ήτανε, για να διασκεδάζουν την πλήξη μας και να σκορπίζουν την όποια κατήφεια έριχνε, στα πρόσωπά μας, η ζωή.
Και φτάσαμε τις εποχές των παχιών αγελάδων να τους αμείβουμε περισσότερο από τους ακαδημαϊκούς και τους δικαστές μας. Την ελεύθερη αγορά και τον καπιταλισμό επικαλούνταν οι άθλιοι  για να δικαιολογήσουν το αναντίστοιχο των αμοιβών τους. Και μόλις τσέπωναν τα φράγκα άρχιζαν τους αριστερούς μελοδραματισμούς, τα εύκολα τα λόγια τα μεγάλα για ισότητα, κοινοτισμό, αλληλεγγύη. Μαζί με τον λαό, δίπλα στον απλό πολίτη, αντάμα στους αγώνες του για ένα καλύτερο μέλλον.
Εσύ από τον Μπύθουλα και αυτός απ΄ το Κολωνάκι. Αλλά τι σημασία έχει τώρα αυτό; Φτάνει που δίνω παραστάσεις εγώ για σένα. Μια εικοσιπενταρού θα πάρω εγώ βλαμμένε. Και κάτσε εσύ να μου χαρίζει ακροαματικότητες και νούμερα τηλεθέασης.
Νούμερο είσαι και νούμερα μου φέρνεις. Γι’ αυτό εγώ την εικοσιπενταρού και εσύ από τα τρία μου το καθιερωμένο το μακρύτερο.
Όσοι κατάφεραν να σταθούν με την απαραίτητη νηφαλιότητα απέναντι στην εποχή τους και να στοχαστούν πάνω στα αίτια που μας γκρεμοτσάκισαν και μας ρίξανε στα βράχια κατάλαβαν από την πρώτη στιγμή πως η χώρα αυτή πτώχευσε, αφενός γιατί παρήγαγε το απολύτως τίποτα και, αφετέρου, γιατί κάποιοι σαχλαμάρες την έπεισαν πως είναι δυνατόν να φιγουράρεις στις πρώτες θέσεις του ΟΟΣΑ χωρίς να παράγεις τίποτα.
Ακόμα και αυτοί, όμως, κουράστηκαν να υπερασπίζονται τα αυτονόητα. Βαρέθηκαν να είναι μονίμως στη δύσκολη θέση να βάζουν πλάτη  στην αναγκαιότητα των μεγάλων αλλαγών και την αμέσως επόμενη στιγμή να στιγματίζονται ως ανάλγητοι μνημονιακοί και να καταγγέλλονται από τους θηρευτές της ακατάσχετης βλακείας ως ηθικοί αυτουργοί αυτοκτονιών και τραγικών θανάτων.
Σιχάθηκαν να βλέπουν λιγούρια, γνωστά ρουσφέτια βουλευτικών γραφείων και πρώην οσφυοκάμπτες που συνωστίζονταν στις γνωστές αυλές για μια χειραψία ή ένα μειδίαμα από την αυτού Μεγαλειότητα να το παίζουν σήμερα κήνσορες της δημόσιας ζωής και να κουνάνε το δαχτυλάκι τους σε όλους τους υπόλοιπους.
Απηύδησαν με όλη αυτήν την μεγαλόστομη κριτική απέναντι σε ένα σύστημα που εμφανώς είναι ανίκανο αλλά από την άλλη τίποτα δεν φαίνεται στον ορίζοντα ικανό να το ανατρέψει και να το αντικαταστήσει με κάτι καλύτερο. Και το κυριότερο.
Φοβήθηκαν να μιλάνε για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις την ώρα που ξεπαγιάζει ο κόσμος και πεθαίνουν τα παιδιά του.
Προχθές, που λες, υπέγραψα αντ’ αυτού άλλο ένα επίδομα αεροθεραπείας. Η ηλεκτρονική συνταγογράφηση έχει δυο μέρες που με πετάει συνέχεια έξω. Δυο παλικάρια πέθαναν εψές από ένα γαμημένο μαγκάλι. Και το διαδίκτυο γέμισε επικήδειους από πρώην γλυφτράκια του Προέδρου. Έχεις δίκιο μεγάλε. Ζήτω ο Τσίπρας και ο Καμένος! Θα τους ψηφίσω και εγώ και μετά γαία πυρί μειχθήτω. Στο κάτω κάτω της γραφής εγώ την επόμενη ημέρα θα είμαι μετανάστης σε κάποια χώρα του άλλου ημισφαιρίου, του πολιτισμένου, εσύ θα προσπαθείς ακόμα να τα βγάλεις πέρα με τις τρεις και εξήντα μιας και ο Αλέξης σου θα έχει παραλάβει καμένη γη για πολλοστή φορά και οι Like-ιστές σου, αυτά τα φιντανάκια που γράφουν πύρινα άρθρα, θα έχουν βολευτεί σε κάποια θεσούλα με τέσσερα χιλιάρικα μισθό και θα δοξάζουνε την ώρα και τη στιγμή που ανακάλυψαν τον λαϊκισμό του διαδικτύου.
Μικρό χωριό είμαστε και θα τα ξαναπούμε. Μέχρι τότε καλή δύναμη σε όλους μας.