Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012

ΠΟΙΑ ΠΑΙΔΕΙΑ;

Του Σταύρου Κουμπιά

Μια κοινωνία που ζει με τραυματικό και βίαιο τρόπο το τέλος μιας εποχής “εικονικής ειδυλλιακής πραγματικότητας”, η οποία πέρασε ανεπιστρεπτί, ψάχνει απεγνωσμένα στηρίγματα για να αντέξει. Έγραφα στην aixmi.gr πριν λίγο καιρό:
“…(υποκριτικές) κραυγές (μεγαλόσχημων κάθε είδους και απόχρωσης που προσπαθούν να κρύψουν ευθύνες τραγικών επιλογών) και ψίθυροι (ανθρώπων που προσπαθούν να μιλήσουν χαμηλόφωνα και ορθολογικά), σε μια ζαλισμένη και παραπλανημένη κοινωνία που ψάχνεται… που ψάχνει για το αυτονόητο, για την αλήθεια των πραγμάτων, την ελπίδα… ψάχνει γι’ αυτούς που θα μπορούν να πουν με ειλικρίνεια «έκανα λάθος», και αναρωτιέται γι’ αυτούς που λένε «άσε με να κάνω λάθος». Μια κοινωνία που κουράστηκε πια από τους «σοφούς», τους «δυνατούς» όλων των ειδών, τους «αδιάφθορους», μια κοινωνία που ανακάλυψε ξαφνικά ότι οι νέοι της θα ζήσουν χειρότερα από τους παλαιότερους. Μια κοινωνία που πορεύεται σήμερα μέσα από «κομμάτια και θρύψαλα» και ψάχνει πια μέσα στις κραυγές και τους ψιθύρους την αλήθεια και τα ψέματα…”
Πιστεύω βαθειά ότι ένα από τα στηρίγματα που (πρέπει) να αποτελεί πια ένα πολύτιμο ζητούμενο, είναι η Παιδεία. Αυτό, δυστυχώς, δεν είναι αυτονόητο και δεν αποτελεί επανάληψη μιας ήδη γενικά αποδεκτής διαπίστωσης. Μακάρι να ήταν έτσι, αλλά αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, πάει καιρός που το αίτημα για (ουσιαστική) Παιδεία στη χώρα μας έχει υποχωρήσει δραματικά, με αποτέλεσμα αυτό το έλλειμμα παιδείας να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες αιτίες της σημερινής κρίσης.
Πράγματι, για ποια Παιδεία μπορούμε να μιλάμε σήμερα όταν,
  • η κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη είναι ζητούμενα, η αξιοκρατία αντικαθίσταται από τις ‘οριζόντιες’ ρυθμίσεις και οι αριθμοί αντικαθιστούν τους ανθρώπους;
  • ενώ ζητού(σα)με από τους νέους να κάνουν το καλύτερο, τους κληροδοτούμε το μέλλον της ανεργίας, της αναγκαστικής μετανάστευσης, της γενικευμένης παρακμής, της αδικίας,
  • · μέχρι χθες(;) το κριτήριο της επιτυχίας (;) του αποδεκτού κοινωνικού μοντέλου ήταν το “πόσα βγάζεις” (ανεξάρτητα από τον τρόπο);
  • σκόπιμα ψεύδη, τυχοδιωκτισμοί και λαϊκισμός (κάθε χρώματος) είναι ακόμα στην ημερήσια διάταξη;
  • ο ορθολογισμός έχει δώσει προ πολλού τη θέση του στο ‘δίκιο’ του … (όποιου) ισχυρού (οικονομικά, ιδεολογικά, κομματικά) και όταν η ποικιλώνυμη βία επικρατεί της λογικής και συχνά ‘απο-ενοχοποιείται’;
(όποια) ‘πεφωτισμένη’ και ‘ισχυρή’ μειοψηφία αδιαφορεί για την άποψη της πλειοψηφίας και όταν η ‘άλλη’ άποψη και το ‘διαφορετικό’ ενοχοποιείται και στοχοποιείται;
  • δεν έχει σημασία τι λέγεται, αλλά από ποιον λέγεται και όταν αυτός που “μιλά” δεν “ακούει” (ιδιαίτερα τους νέους) γιατί έχει “πάντα δίκιο, κατέχοντας την απόλυτη αλήθεια”;
  • στην παρακμιακή κοινωνία του άσπρου-μαύρου είναι συχνά πιο βολική μια εύκολη και χωρίς πολλά–πολλά καταδίκη, αντί μιας βασανιστικής και επεξεργασμένης εκτίμησης και κατανόησης των αιτίων του προβλήματος;
  • δεν υπάρχε δικαίωμα στο λάθος (τουλάχιστον γι’ αυτούς που το δικαιούνται);
  • η λέξη ‘συναίνεση’ τείνει να διαγραφεί από το λεξικό;
  • · ο συναγωνισμός έχει αντικατασταθεί από τον ανταγωνισμό;
  • τα ζητήματα του Πολιτισμού είναι δεύτερης και τρίτης προτεραιότητας;
  • στο δημόσιο (και όχι μόνο) λόγο κακοποιείται βάναυσα η ελληνική γλώσσα;
  • δεν μπορεί, ούτε σαν ψέλλισμα, να ειπωθεί η λέξη «συγγνώμη»;
  • η Εκπαίδευση συχνά αντιμετωπίζεται σαν ‘αγοραίο’ προϊόν και πεδίο σκληρότατων κομματικών, κοινωνικών αλλά και προσωπικών συγκρούσεων, πάντα με θύμα και λάφυρο τους νέους;
Μπορεί οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα να μας οδηγήσουν σε αναγνώριση των λαθών μας και επομένως σε επιλογές που θα έχουν σαν αποτέλεσμα να αλλάξουμε κατεύθυνση για μην ‘σπαταλήσουμε’ και άλλη γενιά, όπως αυτήν που σήμερα έχουμε οδηγήσει στην απογοήτευση, στη δραματική έλλειψη προοπτικών στην εργασία και στη ζωή, στην ανασφάλεια, στην αγωνία της φτώχειας, της περιθωριοποίησης, της κάθε είδους ματαίωσης;
Μιλώντας ειδικά για το Πανεπιστήμιο και το μερίδιο της συμβολής του για την αναβάθμιση της Παιδείας μας, πρέπει πρώτα να δούμε κατάματα και ξεκάθαρα την κατάσταση.
Από τη μία, το Πανεπιστήμιο δέχεται καιρό τώρα κακόβουλες, αβάσιμες και μηδενιστικές επιθέσεις από συγκεκριμένες και ποικίλες κατευθύνσεις (με κομματικές, οικονομικές, ιδεολογικές, αλλά και προσωπικές σκοπιμότητες), συχνά με κύριο σκοπό την κηδεμονία και την χειραγώγησή του, πολλές φορές χωρίς να του αναγνωρίζεται τίποτα θετικό στο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο του, παρότι -οι επιδόσεις ορισμένων Ελληνικών Πανεπιστημίων αναγνωρίζονται διεθνώς. Μάλιστα, πολλοί (και ίσως οι πιο σκληροί) από τους επικριτές του Πανεπιστημίου ανήκουν σε πολιτικές και άλλες δυνάμεις που με τον ένα ή άλλο τρόπο προσπάθησαν (και σε πολλές περιπτώσεις πέτυχαν) ακριβώς αυτήν την οικονομική και ιδεολογική χειραγώγηση του Πανεπιστημίου με βλαπτικές, άκαμπες, γραφειοκρατικές και πρόχειρες θεσμικές επεμβάσεις, με τη χρόνια υποχρηματοδότησή του, αλλά και με ιδεοληψίες, στερεότυπα, δόγματα και άρνηση των αποδεδειγμένα καλών πρακτικών διεθνώς.
Από την άλλη, πρέπει να παραδεχθούμε ότι στο Πανεπιστήμιο (στο οποίο προφανώς προβάλλονται και, μάλιστα, με παραμορφωτικό ‘φακό’ όλες οι στρεβλώσεις και οι συγκρούσεις της ελληνικής κοινωνίας) υπάρχει ακόμα έλλειμμα αποδοχής ορισμένων βασικών και αυτονόητων προϋποθέσεων για έναν ακαδημαϊκό χώρο που πρέπει να πρωτοπορεί, όπως η αυτοδιοίκηση, η διασφάλιση της εύρυθμης και δημοκρατικής λειτουργίας, η αξιολόγηση και η συνεχής κοινωνική λογοδοσία, η γόνιμη αντιπαράθεση με επιχειρήματα και επιστημονικά τεκμηριωμένο λόγο, η αναγνώριση της αριστείας, η αποφυγή εκδικητικών συμπεριφορών, η απόλυτη άρνηση και καταδίκη των όποιων φαινομένων βίας.
Τώρα όμως, τη στιγμή της κρίσης, κύρια ευθύνη της ακαδημαϊκής κοινότητας πρέπει να είναι η επιδίωξη δημιουργίας ενός περιβάλλοντος χρηστής διοίκησης και διαφάνειας με σεβασμό στους θεσμούς και στην κοινωνία, εξασφάλισης της δημοκρατικής λειτουργίας και της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αξιοκρατίας και λογοδοσίας, αυτοδιοίκησης χωρίς κομματικά ή άλλα δεσμά, ισχυρής διεκδίκησης οικονομικών και θεσμικών αιτημάτων με τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ευαισθησίας (παιδαγωγικής και ανθρώπινης) στην αντιμετώπιση των νέων, απόκρουσης των σκόπιμων προκλήσεων που με δόλιο τρόπο διεγείρουν σε πράξεις (οποιαδήποτε μορφής) βίας, γενναίας εξωστρέφειας τόσο προς το διεθνές ακαδημαϊκό περιβάλλον όσο και προς την Ελληνική Κοινωνία, η οποία πρέπει να γεύεται τα υλικά και άϋλα αποτελέσματα της εκπαίδευσης και έρευνας που η ίδια χρηματοδοτεί. Ισχυρές δυνάμεις στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο (ανεξαρτήτως ιδεολογικών αφετηριών) πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να αποφασίζει για τα του οίκου του, λογοδοτώντας συνεχώς, υπηρετώντας και καθοδηγώντας την κοινωνία.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο, ανοιχτό κυριολεκτικά και μεταφορικά, παραδειγματιζόμενο από τις αποδεδειγμένα καλές ακαδημαϊκές πρακτικές διεθνώς, ‘ανήσυχο’ ιδεολογικά και επιστημονικά, εξωστρεφές, τολμηρό και διεκδικητικό, μπορεί να ενεργοποιήσει πλήρως τις μεγάλες επιστημονικές δυνάμεις που διαθέτει (σε πείσμα όσων υποστηρίζουν το αντίθετο), ώστε να εφοδιάσει τις νέες και τους νέους μας με τις στέρεες, υψηλής ποιότητας γνώσεις, δεξιότητες αλλά και αρχές που θα τους επιτρέψουν, μέσα στο σκληρό μέλλον που τους επιφυλάξαμε, να ελπίζουν στη ζωή τους, να βοηθήσουν τους εαυτούς τους και την πατρίδα.
Θα ήταν ευχής έργον, η αρχή για την αναβάθμιση της Παιδείας να γίνει από όσους συμμετείχαν μετά τη Μεταπολίτευση στο δύσκολο αλλά υπέροχο ‘παιχνίδι’ της Εκπαίδευσης στα σχολεία και τα Πανεπιστήμια, οι οποίοι πρέπει πρώτοι, τώρα, με ψυχραιμία και ευθύνη να κοιτάξουν πίσω, να (επαν)εκτιμήσουν με νηφαλιότητα την πορεία τους, να αναγνωρίσουν τα πιθανά λάθη τους (ο καθένας τα γνωρίζει καλά και ας μην τα ομολογεί), να διδαχθούν από αυτά, και να ζητήσουν, αν πρέπει, συγγνώμη.
Ας δώσουν αυτοί το παράδειγμα, ας μιλήσουν και ας ενεργήσουν ως πνευματικοί άνθρωποι και διανοούμενοι, ας εμπνεύσουν τους νέους, όπως κάποτε που ο Δάσκαλος ήταν το παράδειγμα και η πρωτοπορία.
Το οφείλουμε στους νέους και τις νέες με τους οποίους χρόνια συνυπήρξαμε σ’ αυτό το μεγάλο ταξίδι της Εκπαίδευσης, αλλά και σ’ αυτούς με τους οποίους θα βρεθούμε στο μέλλον μαζί. Αυτούς, δηλαδή, που πρέπει να κατανοούμε και να υπηρετούμε.
*Ο Σταύρος Κουμπιάς είναι καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών και πρώην Πρύτανης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου